Sunday, April 08, 2007

Αναστάσιμα Φτερουγίσματα


Στεκόταν γωνία Αχιλλέως και Αλκυόνης.
Κοίταζε την εκκλησία που λουσμένη στο φως υποδεχόταν αυτούς
που είχαν μείνει στην πόλη για να γιορτάσουν
μαζί την Ανάσταση.

Το αεράκι που ερχόταν από τον Μπάτη ήταν ευχάριστο
κι έφερνε μαζί του τη μυρωδιά της θάλασσας,
ενώ η ευωδιά από το νυχτολούλουδο
μιας κοντινής αυλής την μάγευε…

Καθώς το βλέμμα της πεταγόταν από το ένα σημείο στο άλλο,
ξαφνικά τον είδε.
Ηταν σε μια παρέα με νέους ανθρώπους.
Είχε καρφωμένα το μάτια του πάνω της και την περιεργαζόταν
σαν να αξιολογούσε ένα αντικείμενο τέχνης.

Τον κοίταξε κι αυτή με αναίδεια.
Καλά δεν ντρεπόταν να την καρφώνει έτσι?
Ποια νόμιζε πως ήταν?
Αυτός σαν να έπιασε τη σκέψη της,
της χαμογέλασε με νόημα.
Κι έστρεψε να μιλήσει στην κοπέλα δίπλα του.

Σαν να τον είχε ξαναδεί.
Πρέπει να ήταν καινούργιος στην περιοχή,
μάλλον έμενε κάπου στη Ζαίμη.

Σε λίγο τον ξέχασε, όταν
της μίλησε η μαμά της
για να πάει πιο πέρα να πάρει Φως.

Το έφερε και το μοίραζε στους γύρω, όταν άκουσε πίσω της
μια μουσική.
«Μπορώ να ζητήσω φωτιά από την Ανοιξη?» τη ρώτησε
«Ακόμα και από την Ανοιξη, η φωτιά καταστρέφει» τον αποστόμωσε.
«Μάλιστα» αυτός είπε μόνο.

Απλωσε το κερί του κι άναψε από τη λαμπάδα της.
Τότε είδε τα μάτια του.
Πιο γαλάζια κι από την απέραντη θάλασσα
Πιο λαμπερά κι από κοσμήματα
Πιο αγριεμένα κι από πελώρια κύματα.

Της χάιδεψε για λίγα δευτερόλεπτα τα δάχτυλα
Τα χέρια του ήταν καυτά.
Μετά, χωρίς να πει τίποτε άλλο,
γύρισε και πήγε στη συντροφιά του.

Αυτή τον παρακολούθησε καθώς απομακρυνόταν.
Υστερα χαμήλωσε το βλέμμα της στη λαμπάδα
Και έβαλε το χέρι της πάνω από τη φλόγα
Για να τσουρουφλιστεί
και να γυρίσει στην πραγματικότητα…

Και δεν ήξερε ούτε το όνομα του…


No comments: